Σελίδες

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2019

Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΘΗΝΩΝ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΜΕΝΟΣ ΤΙΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΕΣ ΕΠΑΡΧΙΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ (1941-1944)

Γράφει ο Θεολόγος - Εκκλησιαστικός Ιστορικός - Νομικός κ. Ιωάννης Ελ. Σιδηράς
Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΘΗΝΩΝ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΜΕΝΟΣ ΤΙΣ   ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΕΣ ΕΠΑΡΧΙΕΣ  ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ  (1941-1944)
·      Η μνημειώδης επιστολή διαμαρτυρίας του Αθηνών Δαμασκηνού Παπανδρέου προς τον πληρεξούσιο του Ράιχ στην Ελλάδα, Γερμανό Πρεσβευτή Γκύντερ Άλντενμπουρκ για την ανθελληνική δράση των Βουλγάρων στις Πατριαρχικές Επαρχίες της Ανατολικής Μακεδονίας και Δυτικής Θράκης.
Όταν το βλέμμα της Ναζιστικής Γερμανίας κατά το έτος 1941 εστράφη προς την Ελλάδα, η οποία κατήσχυνε τον ιταλικό μεγαλοϊδεατισμό και επεκτατισμό, οι συνήθεις «προθυμότατοι» Βούλγαροι  υπήρξαν οι πλέον επιτήδειοι σύμμαχοι των Γερμανών προκειμένου να επωφεληθούν και να πραγματοποιήσουν το παλαιό και ανεκπλήρωτο, πολυπόθητο και περιπόθητο όραμά τους για την ίδρυση της μεγάλης και κραταιάς Βουλγαρίας, στην οποία θα συμπεριελαμβάνοντο τα εδάφη της Δυτικής Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας.
Η πτώση λοιπόν της γραμμής άμυνας της Ελλάδος στα οχυρά Μεταξά και η διά του βουλγαρικού εδάφους είσοδος των γερμανικών στρατευμάτων στη Θράκη απετέλεσε για τους αδηφάγους Βουλγάρους την απαρχή της εκπληρώσεως των επεκτατικών σχεδίων τους σε βάρος της Ελλάδος, επειδή οι Γερμανοί προκειμένου να έχουν καλυμμένα τα νώτα τους προς βορράν και γνωρίζοντες τους εκ του παρελθόντος μύχιους πόθους των Βουλγάρων, παρέδωσαν τα εδάφη της Ανατολικής Μακεδονίας και Δυτικής Θράκης στη στυγνή βουλγαρική κατοχή.

Η νέα βουλγαρική κατοχή απεδείχθη χείρων φρικωδεστέρα της πρώτης (1913-1919) και ετέθη σε άμεση εφαρμογή το σχέδιο του εκβουλγαρισμού των ειρημένων περιοχών με την παράλληλη επιχείρηση αποκοπής των από την εκκλησιαστική δικαιοδοσία του μαρτυρικού Οικουμενικού Πατριαρχείου ανέκαθεν διατελούντων Ορθοδόξων Ελλήνων Χριστιανών στη Μακεδονία και Θράκη, προκειμένου να υπαχθούν στην από το έτος 1870 αντικανονική και σχισματική Βουλγαρική Εξαρχία, η οποία είχε καταντήσει το υποχείριο προπαγανδιστικό όργανο και μέσο ασκήσεως της εθνικιστικής επεκτατικής κρατικής πολιτικής της Βουλγαρίας.
Τούτο το διττό ανθελληνικό σχέδιο των Βουλγάρων από τον Απρίλιο του 1941 ετέθη σε εφαρμογή αφ' ης στιγμής εγκατεστάθησαν στη Μακεδονία και Θράκη τα βουλγαρικά κατοχικά στρατεύματα, οπότε οι Μητροπολίτες των εκκλησιαστικών αυτών πατριαρχικών επαρχιών άρχισαν να αποστέλουν τις έγγραφες αναφορές και εκθέσεις τους προς τον τότε Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Δαμασκηνό Παπανδρέου και την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος με τις οποίες διατραγωδούσαν τα υπό των Βουλγάρων δεινά των Ελλήνων Ορθοδόξων στις Μητροπόλεις τους.
Όταν μάλιστα εντός συντόμου χρονικού διαστήματος μόλις τριών - τεσσάρων μηνών η κατάσταση στις εκκλησιαστικές επαρχίες της Μακεδονίας και Θράκης είχε γίνει αφόρητη για το ελληνορθόδοξο ποίμνιο λόγω της αχαλίνωτης βαρβαρικής ανθελληνικής μανίας των Βουλγάρων, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Δαμασκηνός απέστειλε την υπό ημερομηνία 19 Αυγούστου 1941 μνημειώδη μακροσκελέστατη επιστολή της διαμαρτυρίας του προς τον Πληρεξούσιο του Ράϊχ στην Ελλάδα, Γερμανό Πρεσβευτή Γκύντερ Άλντενμπουργκ, με την οποία κατήγγειλε την εθνικιστική πολιτική των Βουλγάρων για τον επιχειρούμενο εκβουλγαρισμό των ελληνορθοδόξων πληθυσμών της Ανατολικής Μακεδονίας και Δυτικής Θράκης απαιτώντας παράλληλα την άμεση επέμβαση της Γερμανίας προκειμένου να παύσει η μισελληνική πολιτική της Βουλγαρίας στις ως άνω Πατριαρχικές Εκκλησιαστικές επαρχίες. Στην ιστορικής αξίας αυτή επιστολή  ο Αθηνών Δαμασκηνός γράφει τα εξής:
«Προς την Αυτού Εξοχότητα
Τον Πληρεξούσιο του Ράϊχ διά την Ελλάδα
Κύριον Γκύντερ Άλντενμπουργκ, Πρεσβευτήν
Ενταύθα
Εξοχώτατε,
Ως Πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, προαγόμεθα όπως επικαλεσθώμεν την αντίληψιν της Υμετέρας Εξοχότητος επί των κάτωθι εξηκριβωμένων στοιχείων και αυθεντικών διαπιστώσεων εν σχέσει προς την θέσιν της Ελληνικής Ορθοδοξίας εις τα υπό βουλγαρικήν κατοχήν ευρισκόμενα εδάφη. Τα στοιχεία ταύτα και αι διαπιστώσεις αύται εξήχθησαν εκ των επισήμων Εκθέσεων τας οποίας οι εκ των εδρών των αποβληθέντες Μητροπολίται και άλλα ανώτερα εκκλησιαστικά όργανα υπέβαλον μέχρι τούδε εις την Ιεράν Σύνοδον, κατ' ακολουθίαν δε η ακρίβεια τούτων είναι απολύτως ηγγυημένη, δεδομένου ότι προέρχονται εκ των αμέσως αρμοδίων και μάλιστα υποστάντων τας συνεπείας της υπό των Βουλγάρων ασκηθείσης, εις την περιοχήν των εκκλησιαστικών πραγμάτων, πολιτικής.
Τα εκκλησιαστικά γεγονότα, τα οποία εξειλίχθησαν εις τα υπό των Βουλγάρων κατεχόμενα σήμερον ελληνικά διαμερίσματα Μακεδονίας και Θράκης, δύνανται και οφείλουν να διακριθούν, χρονικώς, εις δύο περιόδους:
Α) εις την περίοδον της κατοχής υπό των γερμανικών στρατευμάτων, και
Β) εις την επακολουθήσασαν και συνεχιζομένην περίοδον της βουλγαρικής κατοχής
Και ως προς μεν την πρώτην περίοδον, η οποία όμως υπήρξε βραχυτάτη, πάντες οι Ιεράρχαι των βορείων επαρχιών συμπίπτουν επί της αυτής διαπιστώσεως, ότι η συμπεριφορά των γερμανικών αρχών έναντι της Ορθοδόξου Ελληνικής Εκκλησίας υπήρξεν ευλαβής και διακριτική. Το Ορθόδοξον Εκκλησίασμα αφέθη ελεύθερον εις την άσκησιν της λατρείας, η ελληνικότης των ιερών ναών παρέμεινε σεβαστή και οι εκκλησιαστικοί λειτουργοί ουδαμώς παρηνωχλήθησαν εις την άσκησιν της πνευματικής εξουσίας αυτών. Εις τας υποβληθείσας εκθέσεις επί των ανωτέρω σημείων υπάρχει πλήρης και ανεξαίρετος ομοφωνία.
Αφ' ης όμως στιγμής η στρατιωτική διοίκησις των βορείων επαρχιών - μεθ' ης συνεγκαθίστατο πανταχού ταυτοχρόνως και πολιτική διοίκησις - παρεδόθη εις τους Βουλγάρους, τα πράγματα μετεβλήθησαν ριζικώς. Απροκαλύπτως, ιταμώς και απροσχηματίστως επεχειρείτο, πάραυτα και άνευ ουδεμιάς αναβολής, ου μόνον η αλλοίωσις της εθνολογικής συνθέσεως της καταλαμβανομένης περιφερείας και του ελληνικού φρονήματος του κατοικούντος ταύτην ελληνικού πληθυσμού, αλλά και η εκρίζωσις της Ορθοδόξου Ελληνικής Εκκλησίας διά σειράς μέτρων εκ των προτέρων μελετηθέντων και ομοιομόρφως εφαρμοσθέντων εις πάσας τας περιπτώσεις.
Τα δε μέτρα ταύτα ήσαν τα εξής:
1. Απαγόρευσις της λειτουργίας εις την ελληνικήν γλώσσαν.
2. Επιβολή της υποχρεώσεως όπως οι Έλληνες λειτουργοί μνημονεύουν της Ιεράς Συνόδου της Σόφιας ή του Βουλγάρου Επισκόπου της Μητροπόλεως εις ην η βουλγαρική κατοχή αυθαίρετως υπήγεν εκάστην καταλαμβανομένην περιφέρειαν.
3. Υποχρεωτική συμμετοχή Βουλγάρων ιερέων εις την θείαν λειτουργίαν εν τοις Ελληνικοίς Ιεροίς Ναοίς.
4. Αντικατάστασις των ελληνικών επιγραφών των Ιερών Ναών και των Ιερών Εικόνων δι' επιγραφών εις την βουλγαρικήν γλώσσαν συντεταγμένων.
5. Κατάργησις της αδείας των Ορθοδόξων Ελλήνων Μητροπολιτών διά την τέλεσιν του μυστηρίου του γάμου μεταξύ Ελλήνων Χριστιανών.
Τα ανωτέρω μέτρα ήσαν προπαρασκευαστικά της μετέπειτα ολοκληρωθείσης πολιτικής εις τα εκκλησιαστικά πράγματα, προσελάμβανον δε οσημέραι χαρακτήρα εκτάκτου αυστηρότητος και αδυσωπήτου αδιαλλαξίας. Αι βουλγαρικαί δηλονότι αρχαί διέτασσον και επραγματοποίουν εν αμέσω συνεχεία:
Α) Την κατάληψιν πάντως ανεξαιρέτως των Ναών υπό των Βουλγάρων, μετά των ιερών εικόνων, σκευών, επίπλων και ταμείων αυτών.
Β) Την επί βραχυτάτη προθεσμία και υπό συνοδείαν απομάκρυνσιν των Μητροπολιτών μετά του προσωπικού των Ιερών Μητροπόλεων, χαρακτηριζομένης υπό των βουλγαρικών αρχών κατοχής ως ασκόπου της περαιτέρω παραμονής αυτών εν ταις έδραις των.
Γ) την κατάληψιν και σύλησιν των Ιερών Μητροπόλεων εκ παντός, οιουδήποτε, πράγματος έχοντος αξίαν τινά, και
Δ) Την απροφάσιστον και, εν ανάγκη, βιαίαν απομάκρυνσιν παντός του υπολοίπου Ορθοδόξου Ελληνικού Κλήρου, εκριζωθέντος άνευ σεβασμού προς το σχήμα του και άνευ οίκτου προς τους πτωχούς οικογενειάρχας, ριπτομένους μετά των οικογενειών των εις σκληροτάτας σωματικάς κακουχίας και εις ανηκούστους υλικάς στερήσεις.
Δια των ανωτέρω μέτρων, εφαρμοσθέντων με ωμήν περιφρόνησιν προς παν χριστιανικόν ή έστω και απλώς ανθρώπινον αίσθημα δικαιοσύνης και αλληλεγγύης, ωλοκληρώθη από της βουλγαρικής πλευράς το πρόγραμμα του εκβουλγαρισμού της Οθροδόξου Ελληνικής Εκκλησίας των Ιερών Μητροπόλεων Σερρών, Δράμας, Καβάλας, Μαρωνείας και Θάσου, Αλεξανδρουπόλεως, Ζιχνών και Σιδηροκάστρου.
Θα ήτο ίσως ενδιαφέρον, διά την σκληρότητα της όλης εικόνος, να γνωσθή η σειρά των χαρακτηριστικών γεγονότων διά των οποίων πλαισιούται η ασκηθείσα τραχεία βία προς επιβολήν της ανωτέρω πολιτικής του εκβουλγαρισμού. Μεταξύ δε των γεγονότων αυτών ως πλέον χαρακτηριστικά και εύγλωττα θα ηδύναντο να θεωρηθούν τ' αφορώντα εις τον τρόπον της βιαίας καταλήψεως των Ιερών Ναών και  των Ιερών Μητροπόλεων, εις την ασεβή σύλησιν παντός εν αυτοίς πράγματος αξιολόγου, εις την αδίστακτον διαρπαγήν αντικειμένων της προσωπικής χρήσεως των εκκλησιαστικών λειτουργών, εις την στυγνήν και ανευλαβή μεταχείρισιν σεβασμίων Ιεραρχών, εις την υπό κρατεράν κουστωδίαν αποβολήν αυτών εκ του ποιμνίου των, εις τον απάνθρωπον εξανδραποδισμόν του κατωτέρου κλήρου και, τέλος, εις την καταθληπτικήν πίεσιν του Ορθοδόξου Ελληνικού εκκλησιάσματος προς απομάκρυνσιν αυτού εκ της πατρώας γλώσσης και λατρείας.
Ουδέν όμως περί τούτων καθ' έκαστον αναφέρομεν ενταύθα, διότι το τιθέμενον ζήτημα δεν είναι  ζήτημα προσώπων - τα οποία, ως η μακραίων ελληνική παράδοσις προσεπικουροί, ουδέποτε ωρώδησαν ή εγόγγυσαν δι' οιανδήποτε υπέρ της πίστεως του Χριστού θυσίαν - αλλ' αποκλειστικώς ζήτημα απαραγράπτων εθνικών δικαίων, τα οποία ο Ελληνικός Κλήρος, απτόητος εις τους υπέρ της Ορθοδοξίας αγώνας και ανυποχώρητος εις τα παθήματα, κατώρθωσε να διαφυλάξη επί μακρούς αιώνας και να καταστήση σεβαστά, εις περιόδους πνευματικού ζόφου και μαύρης δουλείας, εκ μέρους απολιτίστων και δη αλλοθρήσκων κατακτητών.
Η Εκκλησία της Ελλάδος, μη έχουσα σήμερον άλλον μέσον προς περιφρούρησιν των δικαιωμάτων αυτής, τα οποία καθιέρωσαν οι αγώνες και αι θυσίαι του ευσεβούς Ελληνικού Έθνους επί μακράν σειράν γενεών ελευθέρων και σκλάβων, καθήκον εαυτής υπολαμβάνει όπως προσφύγη εις την Υμετέραν Εξοχότητα και εξαιτήσηται, δι' Αυτής, την επέμβασιν … προς επαναφοράν των εκκλησιαστικών πραγμάτων των περί ων πρόκειται επαρχιών εις την προτέραν, ιστορικώς και εθνολογικώς καθιερωμένην απαραβίαστον εκκλησιαστικήν τάξιν, διά της επιστροφής του Κλήρου πάντων των βαθμών εις τας θέσεις του, διά της αποδόσεως των Ιερών Ναών και Ιερών Μητροπόλεων, έτι δε διά της αναγνωρίσεως εις το ευσεβές ελληνικόν εκκλησίασμα του δικαιώματος της ελευθέρας ασκήσεως των χριστιανικών των καθηκόντων ως και της ακωλύτου τελέσεως των ιεροτελεστιών εις την ελληνικήν γλώσσαν, την μόνην λαλουμένην και καταληπτήν εις τας επαρχίας εκείνας.
Δυνάμεθα δε να διαβεβαιώσωμεν την Υμετέραν Εξοχότητα ότι διά τοιούτου, προσήκοντος, διακανονισμού των εκκλησιαστικών πραγμάτων… ου μόνον θ' αποκαταστήση την ιστορικήν δικαιοσύνην, δι' ην ασφαλώς ενδιαφέρεται, αλλά και θα εγγράψη απαράγραπτα δικαιώματα ευγνωμοσύνης εις την ψυχήν του μνήμονος των ευεργεσιών και λίαν ευπαθούς εις το κεφάλαιον της πατρώας Πίστεως Ορθοδόξου Ελληνικού Λαού…

+Ο Αθηνών Δαμασκηνός».


ΙΩΑΝΝΟΥ ΕΛ. ΣΙΔΗΡΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΩΝ